ΣΙΝΕΜΑ : Ιστορίες ανθρώπων ή γυαλιστερά μπιχλιμπίδια;
Ο κινηματογράφος είναι μια ανάγκη. Μια βαθιά κοινωνική ανάγκη. Το να θέλουν οι άνθρωποι να δουν κινηματογράφο σημαίνει μια μύηση ξανά, σημαίνει ένα ξαναπλησίασμα, σημαίνει μία ξανα-αγάπη, σημαίνει ένας ξανα-έρωτας, μια ξανά-πίστη. Έτσι θα ξαναβρεθούμε στον κινηματογράφο. Δεν θα βρεθούμε μέσα απ' τα δεδομένα τα θεαματικά. Αντίθετα θα βρεθούμε μέσα από την ανάγκη της προσφυγής στο φαντασιακό, μέσα από την δυνατότητα της υπέρβασης, μέσα από την ανθρωπολογική δυνατότητα που έχει ο κινηματογράφος.
Σταύρος Τορνές
Οι φράσεις αυτές του Σταύρου Τορνέ, εκφράζουν, κατά τη γνώμη μου, την ουσία της ύπαρξης του κινηματογράφου. Είναι μία από τις πάμπολλες φορές που ανακαλύπτω ότι άλλοι συν-άνθρωποι έχουν ήδη εκφράσει απόψεις που κατοικούν στο μυαλό μου εδώ και καιρό (αυτοί είναι και οι πραγματικοί συνταξιδιώτες του καθενός μας).
Ο Σταύρος Τορνές, για όσους (τους περισσότερους υποθέτω) δε λέει τίποτα το όνομά του, ήταν ένας από εκείνους τους περίεργους σκηνοθέτες της δεκαετίας του '80, που ήταν, εν ζωή, σε πολύ λίγους γνωστός ,όμως τώρα συμπεριλαμβάνεται σε όλα τα βιβλία που ασχολούνται με την Ιστορία του Ελληνικού κινηματογράφου.
Το σινεμά του Σταύρου Τορνέ αρνείται την ηθογραφία (που κυριαρχεί στο ελληνικό σινεμά) όπως αρνείται και τον δημοφιλή στην δεκαετία του 80 πολιτικό λόγο: ακολουθεί διαδρομές περιθωριακές, βρίσκεται εκτός χρόνου, αλλά όχι και εκτός τόπου. Με την εξαίρεση του "Ερωδιού", οι ταινίες του δεν έχουν μια ευθεία, σαφή και γραμμική αφήγηση. Είναι φτωχές παραγωγές, χωρίς γνωστούς ηθοποιούς, διαδραματίζονται σε τοπία άγνωστα, στις ερημιές της Ελλάδας. Η συνειρμική αφήγηση, το ιδιόμορφο χιούμορ, τα θραύσματα της μνήμης, το φαντασιακό, η ποίηση, ορίζουν το πλαίσιο που κινούνται οι ταινίες. Ελεύθερη από τις δεσμεύσεις της δραματικής πλοκής, η κινηματογραφική κάμερα καταδύεται στην φαντασία και εξερευνά τόπους άγνωστους, καταγράφει γλώσσες παράξενες, εικόνες παράδοξες - "Περιοδικό Σινεφιλία (Δημήτρης Μπάμπας)".
Κι εσείς φίλοι/ες αναγνώστες/τριες που διαβάζετε αυτό το κείμενο και βομβαρδίζεστε από τα "δεδομένα τα θεαματικά", ίσως να σας ξενίζουν αυτά μου τα λόγια. Θα μου πείτε, σήμερα ο κόσμος ξαναεπισκέφτεται τις κινηματογραφικές αίθουσες, εξοπλίζει τα σπίτια του με τα τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα παραγωγής ήχου και εικόνας (home cinema και όλα τα συναφή). Ο καθένας έχει δημιουργήσει στο σπίτι του το δικό του μικρό κινηματογράφο για να απολαμβάνει τις ταινίες που θέλει και κατακλύζει καθημερινά τα video clubs. Λοιπόν; Γιατί η γκρίνια; Το κοινό ξανααγάπησε το σινεμά! Αυτό είναι το συμπέρασμα.
Κι όμως η ουσία παραμένει η ίδια κι απαράλλαχτη, όπως παλιότερα. Ο κόσμος βλέπει ελληνικό σινεμά μόνο (ή σχεδόν μόνο) όταν συμμετέχουν οι εφήμεροι σταρ της τηλεόρασης. Ο κόσμος επιλέγει την ταινία που θα δει αναλόγως με το μέγεθος της διαφήμισης που έχει γίνει από τα μεγάλα αμερικάνικα στούντιο (βλέπε Τιτανικός, Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών, Χάρυ Πότερ, Spiderman κλπ.). Ο κόσμος βλέπει (ως αγέλη προβάτων) τις ταινίες που άκουσε ότι βλέπουν τα υπόλοιπα μέλη (της αγέλης) ή αφού έχουν πάρει την ευλογία της Αμερικανικής Ακαδημίας (βλ.Οσκαρ).
Που βρίσκεται λοιπόν η προσωπική μας επιλογή; Η συνειδητή κριτική μας πράξη; Βεβαίως και ο κινηματογράφος έχει το ρόλο του "χαλαρωτικού μέσου" ή και του "δημιουργού σασπένς", όπως πολλοί διατείνονται. Είναι όμως πολύ υποτιμητικό για την Έβδομη Τέχνη να είναι αυτός (δηλαδή ο ρόλος του "ανεμιστήρα"), ο μοναδικός της ρόλος. Πάνω από όλα βρίσκεται η έκφραση του δημιουργού, το φαντασιακό στοιχείο που έχει κάτι να πει στο θεατή με το δικό του, προσωπικό τρόπο.
Υπάρχει λοιπόν σημαντικότατος Ευρωπαϊκός, Λατινοαμερικανικός, Ασιατικός αλλά και Αμερικανικός κινηματογράφος αλλά και δημιουργοί που καταθέτουν τις απόψεις τους για τη ζωή ,την αγάπη ,το θάνατο, τον έρωτα. Προσπαθούν με εικόνες ρεαλιστικές, λυρικές ή και σουρεαλιστικές να εμβαθύνουν στην ουσία του ανθρώπου και της φύσης (τι σχέση έχουν όλα αυτά άραγε με τις ατελείωτες καταδιώξεις κλεφτών και αστυνόμων, με το αδιάκοπο πιστολίδι, τους εκκωφαντικούς ήχους πανικού και τις σκηνές καταστροφής; Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την απλοϊκή έως αφελή παρουσίαση των ανθρώπινων σχέσεων που βασίζεται στο δίπτυχο καλός -κακός, άσπρο -μαύρο;)
Ίσως τελικά όλα να περικλείονται στις φράσεις του σπουδαίου Αμερικανού σκηνοθέτη John Boorman ... "Από τη στιγμή που έχεις ολοκληρώσει τη βασανιστική αυτή πορεία (της δημιουργίας μιας ανεξάρτητης ταινίας) έχεις την ικανοποίηση ότι έκανες μια ταινία χωρίς τις εντολές και τις παρεμβάσεις των διευθυντικών στελεχών των στούντιο. Στο πεδίο αυτό η πρωτοτυπία δεν τιμωρείται, το προσωπικό όραμα δεν τιμωρείται.. Καταφέρνουμε να παραμείνουμε ζωντανοί, καθώς περιμένουμε να φτάσουν τα "μπλοκμπάστερ*" την κρίσιμη μάζα και να εκραγούν. Στα χαλάσματα του Xόλιγουντ, θα εμφανιστούμε για να ξαφνιάσουμε με "παράξενη" κινηματογραφική τροφή το κοινό με το προκατασκευασμένο γούστο.
*Blockbuster: Κατά τη διάρκεια του Β παγκοσμίου πολέμου, στο Λονδίνο που βομβαρδιζόταν, η λέξη blockbuster σήμαινε μια βόμβα που μπορούσε να γκρεμίσει ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο. Τώρα η λέξη χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό ταινιών. Το φιλμ "μπλοκμπάστερ" έχει πλέον κυριαρχήσει και απειλεί να γκρεμίσει τα μεγάλα στούντιο του Xόλιγουντ. Οι ταινίες αυτές κοστίζουν τόσο πολύ για να παραχθούν και να διαφημιστούν, που κανένας πια δεν αντέχει το βάρος τους.